lambaste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | lambaste |
γ΄ ενικό ενεστώτα | lambastes |
αόριστος | lambasted |
παθητική μετοχή | lambasted |
ενεργητική μετοχή | lambasting |
Ρήμα
[επεξεργασία]lambaste (en)