maŝina
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | maŝina | maŝinaj |
αιτιατική | maŝinan | maŝinajn |
maŝina (eo)
- maŝina traduko, μηχανική/αυτόματη μετάφραση