movimento
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | movimento | movimentoj |
αιτιατική | movimenton | movimentojn |
movimento (eo)
- η κίνηση
Ιταλικά (it)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- movimento < παράγωγο του muovere
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
movimento | movimenti |
movimento (it)