nowadays

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
nowadays < now + adays

Επίρρημα

[επεξεργασία]

nowadays (en) (χωρίς παραθετικά)

  • στην εποχή μας, επί των ημερών μας, σήμερα
    Especially nowadays, where greed is rampant in destroying people and the environment…
    Στην εποχή μας ειδικά, όπου η απληστία επελαύνει καταστρέφοντας τον άνθρωπο και τον περιβάλλον…
    Jobs are hard to get nowadays.
    Δεν βρίσκονται εύκολα οι δουλειές σήμερα.

Συνώνυμα

[επεξεργασία]