occur to

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας occur to
γ΄ ενικό ενεστώτα occurs to
αόριστος occurred to
παθητική μετοχή occurred to
ενεργητική μετοχή occurring to

Ετυμολογία [επεξεργασία]

occur to < → δείτε τις λέξεις occur και to

Ρήμα[επεξεργασία]

occur to (en)

  • έρχεται η ιδέα στο νου μου, περνάω η ιδέα, για ιδέα ή σκέψη, κάτι μου έρχεται στο μυαλό
    It occurred to me to…
    Μου ήρθε στο νου η ιδέα να…
    It never occurred to me that…
    Πότε δεν μου πέρασε η ιδέα ότι…
     συνώνυμα:  come to, cross someone's mind και flash

Πηγές[επεξεργασία]