oral exam
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
oral exam | oral exams |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
oral exam (en)
ενικός | πληθυντικός |
oral exam | oral exams |
oral exam (en)