Μετάβαση στο περιεχόμενο

poach

Από Βικιλεξικό
ενεστώτας poach
γ΄ ενικό ενεστώτα poaches
αόριστος poached
παθητική μετοχή poached
ενεργητική μετοχή poaching

poach (en)