Μετάβαση στο περιεχόμενο

policewoman

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
policewoman policewomen

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
policewoman < police + woman

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

policewoman (en) (αρσενικό policeman)