posttagmeza
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- posttagmeza < post (μετά) + tagmeza (μεσημεριανός)
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | posttagmeza | posttagmezaj |
αιτιατική | posttagmezan | posttagmezajn |
posttagmeza (eo)
- posttagmezaj aktivecoj - απογευματινές δραστηριότητες