réalisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ʁe.a.li.za.sjɔ̃/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
réalisation | réalisations |
réalisation (fr) θηλυκό
- η πραγματοποίηση, η πραγμάτωση, η επίτευξη, η υλοποίηση