reproduce

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας reproduce
γ΄ ενικό ενεστώτα reproduces
αόριστος reproduced
παθητική μετοχή reproduced
ενεργητική μετοχή reproducing

Ετυμολογία [επεξεργασία]

reproduce < re- + produce

Ρήμα[επεξεργασία]

reproduce (en)

  1. αναπαράγω
  2. αναπαράγομαι

Συγγενικές λέξεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]