set about

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

ενεστώτας set about
γ΄ ενικό ενεστώτα sets about
αόριστος set about
παθητική μετοχή set about
ενεργητική μετοχή setting about

Ετυμολογία [επεξεργασία]

set about < → δείτε τις λέξεις set και about

Ρήμα[επεξεργασία]

set about (en)

  • (χωρίς παθητική φωνή) βάλθηκα να, καταπιάνομαι με, αρχίζω να κάνω κάτι
    He set about learning English.
    Βάλθηκε να μάθει αγγλικά.
    I don’t know how to set about this job.
    Δεν ξέρω πώς να καταπιαστώ με αυτή τη δουλειά.
    I need to set about packing my bags.
    Πρέπει ν' αρχίσω να φτιάχνω τις βαλίτσες μου.

Πηγές[επεξεργασία]