Μετάβαση στο περιεχόμενο

shading

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
shading shadings

shading (en)

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

shading (en)