shared
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]
shared (en)
Επίθετο[επεξεργασία]
shared (en)
- που τον μοιράζονται πολλοί, κοινός, κοινόχρηστος