signo
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | signo | signoj |
αιτιατική | signon | signojn |
signo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | signo | signoj |
αιτιατική | signon | signojn |
signo (eo)