souvenir
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
souvenir (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
souvenir | souvenirs |
souvenir (fr) αρσενικό
Ρήμα[επεξεργασία]
souvenir (fr)
- (pronominal) θυμάμαι
- souviens-toi ! - θυμήσου!