splashy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | splashy |
συγκριτικός | splashier |
υπερθετικός | splashiest |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
splashy (en)
- φανταχτερός, φαντεζί
- εντυπωσιακός
- κραυγαλέος
- ↪ Helen did not want her birthday party to be too big and splashy.
- Η Ελένη δεν ήθελε το πάρτι γενεθλίων της να είναι πολύ μεγάλο και κραυγαλέο.
- ↪ Helen did not want her birthday party to be too big and splashy.
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- splashy - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.
- splashy - Cambridge Dictionary online