stub
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
stub
(en)
απόκομμα
,
στέλεχος
(πχ εισιτηρίου)
(
στα βικιεγχειρήματα
)
προσχέδιο
, σελίδα που χρειάζεται
επέκταση
Ρήμα
[
επεξεργασία
]
stub
(en)
ξεριζώνω
κόβω
ένα φυτό πολύ κοντά στο έδαφος
χτυπάω
το δάχτυλό μου
Κατηγορίες
:
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Ρήματα (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
συνεισφορά
Δημιουργήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
δείτε
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Deutsch
English
Eesti
Suomi
Français
Gàidhlig
Magyar
Հայերեն
Ido
Italiano
日本語
ಕನ್ನಡ
한국어
Kurdî
മലയാളം
Nederlands
Polski
Português
Русский
Srpskohrvatski / српскохрватски
Simple English
Српски / srpski
தமிழ்
తెలుగు
Türkçe
اردو
Tiếng Việt
中文