télécommande
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- télécommande < télé- (μακρυά) + commande (χειριστήριο)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /te.le.kɔ.mɑ̃d/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
télécommande | télécommandes |
télécommande (fr) θηλυκό