take back
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενεστώτας | take back |
γ΄ ενικό ενεστώτα | takes back |
αόριστος | took back |
παθητική μετοχή | taken back |
ενεργητική μετοχή | taking back |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]take back (en)
- παίρνω πίσω, παραδέχομαι ότι κάτι που είπα ήταν λάθος ή ότι δεν έπρεπε να το πω
- ⮡ I take back what I said.
- Παίρνω πίσω ό,τι είπα.
- ⮡ I take back what I said.
Πηγές
[επεξεργασία]- take back - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 643-644. ISBN 9780194325684., λήμμα: παίρνω