tangerine
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]tangerine (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
tangerine | tangerines |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]tangerine (fr) θηλυκό