tare
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
tare | tares |
tare (fr) θηλυκό
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]tare (ro)
Επίρρημα
[επεξεργασία]tare (ro)