trabajador
Εμφάνιση
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | trabajador | trabajadores |
θηλυκό | trabajadora | trabajadoras |
trabajador (es)
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | trabajador | trabajadores |
θηλυκό | trabajadora | trabajadoras |
trabajador (es)