traditionnellement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- traditionnellement < traditionnel
Προφορά[επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
traditionnellement (en)
traditionnellement (en)