trompeur
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | trompeur | trompeurs |
θηλυκό | trompeuse | trompeuses |
trompeur (fr)
- discours trompeur - παραπλανητική ομιλία
- promesses trompeuses - απατηλές υποσχέσεις
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
trompeur | trompeurs |
trompeur (fr) αρσενικό