tune
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tune | tunes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tune (en)
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | tune |
γ΄ ενικό ενεστώτα | tunes |
αόριστος | tuned |
παθητική μετοχή | tuned |
ενεργητική μετοχή | tuning |
tune (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
tune | tunes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tune (fr) θηλυκό
- → δείτε τη λέξη thune