twilight

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
twilight twilights

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

twilight (en)

  1. το λυκόφως
     συνώνυμα: dusk
  2. (σπανιότερα) πρωινό ημίφως, το λυκαυγές
     συνώνυμα: dawn