wireframe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
wireframe | wireframes |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]wireframe (en)
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- wireframe στην αγγλική Βικιπαίδεια