zelo
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Ιταλικά (it)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Συνώνυμα
Ιταλικά
(it)
[
επεξεργασία
]
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
zelo
<
αρχαία ελληνική
ζῆλος
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
zelo
(it)
αρσενικό
ζήλος
,
αφοσίωση
σε μια
δουλειά
φροντίδα
(
μεταφορικά
) (
ειρωνικό
) τι ζήλος!
Συνώνυμα
[
επεξεργασία
]
desiderio
passione
entusiasmo
fervore
gelosia
geloso
zelante
Κατηγορίες
:
Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ιταλικά)
Ιταλική γλώσσα
Ουσιαστικά (ιταλικά)
Αντίστροφο λεξικό (ιταλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Català
Čeština
Deutsch
English
Español
Euskara
Suomi
Na Vosa Vakaviti
Français
Hornjoserbsce
Magyar
Interlingua
Ido
Italiano
한국어
Kurdî
Lombard
Lietuvių
Malagasy
ဘာသာမန်
Norsk
Polski
Português
Română
Русский
Slovenčina
Slovenščina
Tagalog
中文