οικοδόμος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 8: Γραμμή 8:
'''{{PAGENAME}}''' {{α}}({{πλ}} '''οικοδόμοι''')
'''{{PAGENAME}}''' {{α}}({{πλ}} '''οικοδόμοι''')
* ο [[εργάτης]] που δουλεύει στην [[οικοδομή]], στην κατασκευή ενός κτηρίου, γέφυρας κλπ
* ο [[εργάτης]] που δουλεύει στην [[οικοδομή]], στην κατασκευή ενός κτηρίου, γέφυρας κλπ
# ο χτίστης
# αυτός που δουλεύει/εργάζεται στο χτίσιμο ενός κτιρίου κτλ.


===={{υπώνυμα}}====
===={{υπώνυμα}}====

Αναθεώρηση της 09:11, 6 Αυγούστου 2015

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίσ-'δρόμος'

Ετυμολογία

οικοδόμος < οίκος + δομή

Ουσιαστικό

οικοδόμος αρσενικό(πληθυντικός οικοδόμοι)

  1. ο χτίστης
  2. αυτός που δουλεύει/εργάζεται στο χτίσιμο ενός κτιρίου κτλ.

Υπώνυμα

Μεταφράσεις