επισκέπτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη fr
Γραμμή 10: Γραμμή 10:
* [[ιατρικός επισκέπτης]]
* [[ιατρικός επισκέπτης]]
* [[επισκέπτης καθηγητής]]
* [[επισκέπτης καθηγητής]]
επισκέπτης υγείας


===={{συγγενικά}}====
===={{συγγενικά}}====

Αναθεώρηση της 07:17, 4 Μαρτίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

επισκέπτης < αρχαία ελληνική ἐπισκέπτης

Ουσιαστικό

επισκέπτης αρσενικό

  1. άτομο που κάνει επίσκεψη

Πολυλεκτικοί όροι

επισκέπτης υγείας

Συγγενικά

Μεταφράσεις