χορταριάζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διαγραφή των interwikis
Γραμμή 66: Γραμμή 66:


{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}

[[pl:χορταριάζω]]

Αναθεώρηση της 18:25, 26 Μαΐου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

χορταριάζω < χορτάρι

Ρήμα

χορταριάζω

  1. γεμίζω με χόρτα
  2. με παρατούν, με εγκαταλείπουν απεριποίητο και γεμίζω με αυτοφυή φυτά, με αγριόχορτα, που δεν με καλλιεργούν, ούτε με ξεχορταριάζουν

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις