υπατεύω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ὑπατεύω

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υπατεύω < ελληνιστική κοινή ὑπατεύω < αρχαία ελληνική ὕπατος

Ρήμα[επεξεργασία]

υπατεύω

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]