Γεροσακκούλι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Γεροσακκούλι | τα | Γεροσακκούλια |
γενική | του | Γεροσακκουλίου | των | Γεροσακκουλίων |
αιτιατική | το | Γεροσακκούλι | τα | Γεροσακκούλια |
κλητική | Γεροσακκούλι | Γεροσακκούλια | ||
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση. Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «μίλι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ʝe.ɾo.saˈku.li/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Γε‐ρο‐σακ‐κού‐λι
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Γεροσακκούλι ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Γεροσακκούλι
Αναφορές[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'μίλι' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια με πρόθημα γερο- από το ? (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί της Αττικής (νέα ελληνικά)
- Οικισμοί (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Αττικής (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)