Εξαρχειώτισσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: εξαρχειώτισσα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Εξαρχειώτισσα οι Εξαρχειώτισσες
      γενική της Εξαρχειώτισσας των Εξαρχειωτισσών
    αιτιατική την Εξαρχειώτισσα τις Εξαρχειώτισσες
     κλητική Εξαρχειώτισσα Εξαρχειώτισσες
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Εξαρχειώτισσα < Εξαρχειώτ(ης) + κατάληξη θηλυκού -ισσα

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.ksaɾ.çiˈo.ti.sa/ & /e.ksaɾˈço.ti.sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ε‐ξαρ‐χει‐ώ‐τισ‐σα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Εξαρχειώτισσα θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Εξαρχειώτης