Εξαρχειώτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: εξαρχειώτης

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Εξαρχειώτης οι Εξαρχειώτες
      γενική του Εξαρχειώτη των Εξαρχειωτών
    αιτιατική τον Εξαρχειώτη τους Εξαρχειώτες
     κλητική Εξαρχειώτη Εξαρχειώτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Εξαρχειώτης < Εξάρχ(εια) + -ιώτης

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.ksaɾ.çiˈo.tis/ & /e.ksaɾˈço.tis/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Ε‐ξαρ‐χει‐ώ‐της

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Εξαρχειώτης αρσενικό (θηλυκό Εξαρχειώτισσα)

  • (πατριδωνυμικό) ο κάτοικος των Εξαρχείων
    ※  Ο ιδρυτής της ομάδας, ο αστός (Εξαρχειώτης, αθλητής και αργότερα γιατρός) Γεώργιος Καλαφάτης, θέλησε να ιδρύσει τον πρώτο ποδοσφαιρικό σύλλογο στην Ελλάδα σε μια εποχή που ακόμα το ποδόσφαιρο δεν ήταν αποδεκτό ως άθλημα. (Χριστόφορος Κάσδαγλης. Το γαμώτο ενός παναθηναϊκού, (Αθήνα: Καστανιώτης, 2010) ISBN 978-960-03-5103-3)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]