Καθαρή Δευτέρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Καθαρή Δευτέρα | οι | Καθαρές Δευτέρες |
γενική | της | Καθαρής Δευτέρας | — | |
αιτιατική | την | Καθαρή Δευτέρα | τις | Καθαρές Δευτέρες |
κλητική | Καθαρή Δευτέρα | Καθαρές Δευτέρες | ||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Καθαρή Δευτέρα θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Καθαρή Δευτέρα
→ δείτε τη λέξη Καθαρά Δευτέρα |