Λολίτα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Λολίτα | οι | Λολίτες |
γενική | της | Λολίτας | — | |
αιτιατική | τη | Λολίτα | τις | Λολίτες |
κλητική | Λολίτα | Λολίτες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Λολίτα < (άμεσο δάνειο) αγγλική Lolita < χαϊδευτικό του χαρακτήρα της Lolita (Dolores) Haze από το αγγλικό μυθιστόρημα (1955) Λολίτα του ρώσου συγγραφέα Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ
Προφορά[επεξεργασία]
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Λολίτα θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πείνα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Χαϊδευτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα με επίθημα -ίτα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)