Μαδριλένος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μαδριλένος < (άμεσο δάνειο) ισπανική madrileño + -ς
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ma.ðɾiˈle.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μα‐δρι‐λέ‐νος
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μαδριλένος αρσενικό (θηλυκό Μαδριλένα)
- (πατριδωνυμικό) αυτός που κατοικεί ή κατάγεται από τη Μαδρίτη
- (αθλητισμός) ο σχετικός με την αθλητική ομάδα της Ρεάλ Μαδρίτης
- ※ Τελειωμένη υπόθεση θεωρούν τη μεταγραφή του Λούκα Γιόβιτς στην Ρεάλ Μαδρίτης τα ισπανικά Μέσα. Οι Μαδριλένοι φέρονται να τα βρήκαν με την Άιντραχτ στα 60 εκατ. ευρώ, ενώ 12 εκατ. ευρώ θα πάρει η Μπενφίκα. (Μάνος Ναβροζίδης, Γιόβιτς, Μαδριλένος με 60.000.000 ευρώ!, sport24.gr, 4 Μαΐου 2019)
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τη λέξη Μαδρίτη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα ισπανικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ς (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πατριδωνυμικά (νέα ελληνικά)
- Αθλητισμός (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)