Νατάσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Νατάσα | οι | Νατάσες |
γενική | της | Νατάσας | των | (Νατασών) |
αιτιατική | τη | Νατάσα | τις | Νατάσες |
κλητική | Νατάσα | Νατάσες | ||
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
- Νατάσα < χαϊδευτικό του Αναστασία, ενδεχομένως και με επίδραση του ρωσικού ονόματος Наташа (Natáša, Νατάσα)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Νατάσα θηλυκό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- Νατάσα < (άμεσο δάνειο) ρωσική Наташа (Natáša), χαϊδευτικό του Наталья (Natálʹja) / Наталия (Natálija, Νατάλια, η Ναταλία)
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Νατάσα θηλυκό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νότα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με δύσχρηστη γενική πληθυντικού (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Γυναικεία ονόματα (νέα ελληνικά)
- Δάνεια - ονόματα από τα ρωσικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - ονόματα από τα ρωσικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)