Πετιμεζά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Πετιμεζά < γενική ενικού του αρσενικού Πετιμεζάς
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pe.ti.meˈza/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Πε‐τι‐με‐ζά
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Πετιμεζά θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταγραφές
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
[επεξεργασία]Πετιμεζά αρσενικό