Ποιμενόπουλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Ποιμενόπουλος | οι | Ποιμενόπουλοι & Ποιμενοπουλαίοι1 |
γενική | του | Ποιμενόπουλου & Ποιμενοπούλου |
των | Ποιμενόπουλων2 & Ποιμενοπουλαίων |
αιτιατική | τον | Ποιμενόπουλο | τους | Ποιμενόπουλους3 & Ποιμενοπουλαίους |
κλητική | Ποιμενόπουλε | Ποιμενόπουλοι & Ποιμενοπουλαίοι | ||
1. Οι δεύτεροι τύποι, προφορικοί, οικείοι. 2. Παρωχημένη γενική πληθυντικού: Ποιμενοπούλων 3. Παρωχημένη αιτιατική πληθυντικού: Ποιμενοπούλους | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Παπαδόπουλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ποιμενόπουλος < + -όπουλος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ποιμενόπουλος αρσενικό (θηλυκό Ποιμενοπούλου)
Μεταγραφές
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Επώνυμα που κλίνονται όπως το 'Παπαδόπουλος' (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Επώνυμα από αξιώματα (νέα ελληνικά)
- Επέκταση ετυμολογίας επωνύμων (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα με επίθημα -όπουλος (νέα ελληνικά)
- Ανδρικά επώνυμα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)