Πρότυπο:grc-κλίση-'βέβαιος'

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
γένη → αρσενικό & θηλυκό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / βέβαιος βεβαί τὸ βέβαιον
      γενική τοῦ/τῆς βεβαίου τῆς βεβαίᾱς τοῦ βεβαίου
      δοτική τῷ/τῇ βεβαί τῇ βεβαί τῷ βεβαί
    αιτιατική τὸν/τὴν βέβαιον τὴν βεβαίᾱν τὸ βέβαιον
     κλητική ! βέβαιε βεβαί βέβαιον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ βέβαιοι αἱ βέβαιαι τὰ βέβαι
      γενική τῶν βεβαίων τῶν βεβαίων τῶν βεβαίων
      δοτική τοῖς/ταῖς βεβαίοις ταῖς βεβαίαις τοῖς βεβαίοις
    αιτιατική τοὺς/τὰς βεβαίους τὰς βεβαίᾱς τὰ βέβαι
     κλητική ! βέβαιοι βέβαιαι βέβαι
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ βεβαίω τὼ βεβαί τὼ βεβαίω
      γεν-δοτ τοῖν βεβαίοιν τοῖν βεβαίαιν τοῖν βεβαίοιν
Ο τύπος του θηλυκού σε -ος, περισσότερο συνηθισμένος.
Παρατήρηση με όρθια ή πλάγια γράμματα.
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'βέβαιος' όπως «βέβαιος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Δευτερόκλιτα διγενή βαρύτονα επίθετα σε -ος, -ος, -ον με επιπλέον τριγενή κλίση: και θηλυκό σε ή σε -όταν προηγείται σύμφωνο εκτός από ρο-. Το πρότυπο αναγνωρίζει αυτόματα τις υποκατηφορίες της Ομάδας. Γράφουμε

{{grc-κλίση-'βέβαιος'}}


Κατηγορία:Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα 'βέβαιος' (αρχαία ελληνικά)

Επίσης, προπερισπώμενα


Παράμετροι[επεξεργασία]

  • |παρατήρηση= Προσθέτει στον πίνακα κλίσης μια γραμμή με το κείμενο που θα γράψουμε.
  • |λήμμα= Aν επιθυμούμε να κλίνουμε άλλο λήμμα απ' αυτό της σελίδας όπου βρισκόμαστε.
  • |θέματα=   Επιπλέον γραμμή όπου συμπληρώνουμε προαιρετικά το θέμα με την προσωδία του

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

γένη → αρσενικό & θηλυκό θηλυκό ουδέτερο
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική / φρόνιμος φρονίμη τὸ φρόνιμον
      γενική τοῦ/τῆς φρονίμου τῆς φρονίμης τοῦ φρονίμου
      δοτική τῷ/τῇ φρονίμ τῇ φρονίμ τῷ φρονίμ
    αιτιατική τὸν/τὴν φρόνιμον τὴν φρονίμην τὸ φρόνιμον
     κλητική ! φρόνιμε φρονίμη φρόνιμον
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ/αἱ φρόνιμοι αἱ φρόνιμαι τὰ φρόνιμ
      γενική τῶν φρονίμων τῶν φρονίμων τῶν φρονίμων
      δοτική τοῖς/ταῖς φρονίμοις ταῖς φρονίμαις τοῖς φρονίμοις
    αιτιατική τοὺς/τὰς φρονίμους τὰς φρονίμᾱς τὰ φρόνιμ
     κλητική ! φρόνιμοι φρόνιμαι φρόνιμ
    δυϊκός  
ονομ-αιτ-κλ τὼ φρονίμω τὼ φρονίμ τὼ φρονίμω
      γεν-δοτ τοῖν φρονίμοιν τοῖν φρονίμαιν τοῖν φρονίμοιν
Ο τύπος του θηλυκού σε -ος, περισσότερο συνηθισμένος.
2η&1η κλίση, Κατηγορία 'φρόνιμος' όπως «φρόνιμος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές


Lua logo
Αυτό το πρότυπο
χρησιμοποιεί LUA
Module:grc-adj-decl/2

Καλείται το Module:grc-adj-decl