Σμαραγδή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Σμαραγδή | οι | Σμαραγδές |
γενική | της | Σμαραγδής | των | Σμαραγδών |
αιτιατική | τη | Σμαραγδή | τις | Σμαραγδές |
κλητική | Σμαραγδή | Σμαραγδές | ||
Σπάνιος ο πληθυντικός. | ||||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Σμαραγδή < σμαράγδι
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Σμαραγδή θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Σμαραγδή
|