αθωνίτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | αθωνίτης | οι | αθωνίτες |
γενική | του | αθωνίτη | των | αθωνιτών |
αιτιατική | τον | αθωνίτη | τους | αθωνίτες |
κλητική | αθωνίτη | αθωνίτες | ||
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αθωνίτης < Αθωνίτης < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Ἄθων + -ίτης
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.θoˈni.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐θω‐νί‐της
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αθωνίτης αρσενικό
- (επιθετική λειτουργία) ο Αθωνίτης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αθωνίτης
→ δείτε τη λέξη Αθωνίτης |
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ίτης (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)