αστυνομικογράφος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αστυνομικογράφος < αστυνομικός + -ο- + -γράφος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αστυνομικογράφος αρσενικό ή θηλυκό
- (επάγγελμα) δημοσιογράφος που καλύπτει το αστυνομικό ρεπορτάζ