βροχοκουρτίνα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βροχοκουρτίνα οι βροχοκουρτίνες
      γενική της βροχοκουρτίνας των βροχοκουρτινών
    αιτιατική τη βροχοκουρτίνα τις βροχοκουρτίνες
     κλητική βροχοκουρτίνα βροχοκουρτίνες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
Μια βροχοκουρτίνα

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βροχοκουρτίνα < βροχο- + κουρτίνα• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /vɾo.xo.kuɾˈti.na/
τυπογραφικός συλλαβισμός: βρο‐χο‐κουρ‐τί‐να

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βροχοκουρτίνα θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]