δαγύς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική δαγύς αἱ δαγῦδες
      γενική τῆς δαγῦδος τῶν δαγύδων
      δοτική τῇ δαγῦδ ταῖς δαγῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν δαγῦδ τὰς δαγῦδᾰς
     κλητική ! δαγύς δαγῦδδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  δαγῦδε
γεν-δοτ τοῖν  δαγύδοιν
Με μακρό ύψιλον στο θέμα -ύς -ῦδος.
3η κλίση, Κατηγορία 'χλαμύς' όπως «δαγύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
δαγύς < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

δαγύς, -ῦδος θηλυκό