εκφραστής

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εκφραστής οι εκφραστές
      γενική του εκφραστή των εκφραστών
    αιτιατική τον εκφραστή τους εκφραστές
     κλητική εκφραστή εκφραστές
Κατηγορία όπως «ποιητής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εκφραστής < εκφράζω + -τής

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εκφραστής αρσενικό (θηλυκό: εκφράστρια)

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]