ζήση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ζήση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η ζήση
      γενική της ζήσης
    αιτιατική τη ζήση
     κλητική ζήση
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζήση < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ζήση

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈzi.si/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ζή‐ση
ομόηχα: Ζήση, ζήσει

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ζήση θηλυκό, μόνο στον ενικό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]



Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]

ζητούμενο λήμμα

Πηγές[επεξεργασία]